ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ
«Μονόδρομος το μνημόνιο»
Την πεποίθηση πως, παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν, η αποφασιστική εφαρμογή των μέτρων του Μνημονίου, ανεξαρτήτως των βραχυπρόθεσμων αρνητικών επιπτώσεων τους, αποτελεί μονόδρομο προκειμένου η χώρα να επιστρέψει σε τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης με υγιή δημόσια οικονομικά και χρηματοπιστωτική σταθερότητα, εξέφρασε ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Πανίκος Δημητριάδης, διατυπώνοντας, παράλληλα, την άποψη ότι αποφεύχθηκαν τα καταστροφικά σενάρια.
Σε συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση της Ετήσιας Έκθεσης της Τράπεζας για το έτος 2012, ο κ. Δημητριάδης τόνισε αρχικά ότι παρά τις δύσκολες αποφάσεις που έχουν ληφθεί για την κυπριακή οικονομία και κατ’ επέκταση τους πολίτες, υπάρχει μια άλλη, πιο θετική όψη. «Το γεγονός ότι σήμερα η κυπριακή οικονομία βρίσκεται κάτω από την προστασία του Προγράμματος Στήριξης της ΕΕ και του ΔΝΤ σημαίνει ότι έχουν αποφευχθεί καταστροφικά σενάρια, όπως για παράδειγμα η κατάρρευση συστημικών τραπεζών και η άτακτη χρεοκοπία του κυπριακού κράτους, τα οποία αν πραγματοποιούνταν θα οδηγούσαν σε ανυπολόγιστες αρνητικές επιπτώσεις», σημείωσε.
Όπως είπε, αποφεύχθηκε η εκκαθάριση (liquidation) των επηρεαζόμενων τραπεζών, μια ενέργεια που θα έπληττε όχι μόνον το σύνολο των καταθέσεων αλλά και τους δανειολήπτες, οι οποίοι θα εξαναγκάζονταν σε άμεση εξόφληση όλων τους των δανείων.
Λέγοντας πως αυτό που έγινε ήταν πολύ επώδυνο για πολλούς καταθέτες, ιδιαίτερα αυτούς που δεν είχαν δάνεια, αφού τα δάνεια συμψηφίστηκαν ή θα συμψηφιστούν, σημείωσε πως το 96%, όμως, των καταθετών δεν έχει επηρεαστεί. «Στην Τράπεζα Κύπρου, όπου έχει ήδη γίνει η μετατροπή του 37,5% των ανασφάλιστων καταθέσεων σε μετοχές, το 70% της αξίας των καταθέσεων που επηρεάσθηκαν αφορούσε κάτοικους εξωτερικού, αφήνοντας έτσι τα κυπριακά νοικοκυριά και επιχειρήσεις ανεπηρέαστα σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι, ίσως, αναμενόταν», είπε.
Επιπρόσθετα, συνέχισε, «το γεγονός ότι η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού μας συστήματος δεν επιβαρύνει τις μελλοντικές γενιές με ένα δυσβάστακτο δημόσιο χρέος θα βοηθήσει έτσι ώστε να αποφευχθούν επιπρόσθετα μέτρα λιτότητας στο μέλλον».
Ο κ. Δημητριάδης αναφέρθηκε στη συνέχεια στους δείκτες της οικονομίας, λέγοντας πως η οικονομική δραστηριότητα κατά το 2012 κατέγραψε σοβαρή συρρίκνωση της τάξεως του 2,4%, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην αύξηση της ανεργίας που από το 8,9% το τέταρτο τρίμηνο του 2011 έφθασε στο 12,7% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2012, κάτι, όπως υπογράμμισε, «αποτελεί αναμφίβολα μια από τις πιο δραματικές πτυχές της κρίσης που διέρχεται η κυπριακή οικονομία».
Όσον αφορά το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, είπε πως η κατάσταση είχε επιδεινωθεί σημαντικά από τα μέσα του 2011, κυρίως λόγω των αυξημένων προβλέψεων για τα δανειακά χαρτοφυλάκια στην Ελλάδα και την Κύπρο, καθώς και των απωλειών από την απομείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Οι συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας από τους διεθνείς οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης και οι αντίστοιχες υποβαθμίσεις των κυπριακών τραπεζών δημιούργησαν ιδιαίτερο πρόβλημα ρευστότητας στη Λαϊκή Τράπεζα έτσι ώστε από τον Οκτώβριο του 2011 να αιτηθεί στην ΚΤΚ για παροχή επείγουσας ρευστότητας (ELA), είπε και αναφέρθηκε στην κρατική στήριξη της Λαϊκής Τράπεζας με 1,8 δις ευρώ.
«Με τη διαδικασία αυτή, ουσιαστικά, κρατικοποιήθηκε η Λαϊκή Τράπεζα, με την κυβέρνηση να αποκτά το 84% του μετοχικού κεφαλαίου της, με την έγκριση της Βουλής των Αντιπροσώπων», είπε, σημειώνοντας πως η ΚΤ στήριξε τη θέση αυτή, έτσι ώστε η τράπεζα να μην καταρρεύσει με όλες τις συνακόλουθες επιπτώσεις για το τραπεζικό σύστημα και το κράτος, «έχοντας υποδείξει γραπτώς στο Υπουργείο Οικονομικών ότι το ELA βρισκόταν ήδη σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα».
Σε σχέση με την Τράπεζα Κύπρου, ο κ. Δημητριάδης είπε πως ενώ αρχικά διαβεβαίωνε ότι δεν θα χρειασθεί κρατική στήριξη, στη συνέχεια η Τράπεζα τους πληροφόρησε ότι με βάση προκαταρκτικούς υπολογισμούς της, χρειαζόταν στήριξη της τάξεως των €500 εκ.
Ο κ. Δημητριάδης δήλωσε στη συνέχεια ότι η ΚΤΚ συνέβαλε θετικά στην καταρχήν συμφωνία με την Τρόικα, μεταξύ άλλων, πετυχαίνοντας πρώτη την καταρχήν συμφωνία για το τραπεζικό σύστημα και επισημαίνοντας συνεχώς την ανάγκη άμεσης υπογραφής του Μνημονίου, ούτως ώστε να προχωρήσει η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το συντομότερο δυνατό.
Υπενθύμισε πως με βάση το αρχικό Μνημόνιο Συναντίληψης του Νοεμβρίου 2012, τα δεδομένα ήταν ότι θα λαμβάναμε €10 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και πως το ποσό οικονομικής στήριξης από το Μνημόνιο Συναντίληψης ήταν €17 δισ., τον περασμένο Νοέμβριο. Κατά τη συνεδρίαση του Eurogroup στις 15 Μαρτίου, συνέχισε, οι Υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης ενημέρωσαν την Κυβέρνηση ότι η συνολική χρηματοδότηση θα περιορίζετο σε μόνο €10 δισ. για το κράτος και ότι τα χρήματα αυτά δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση της Λαϊκής ή της Τράπεζας Κύπρου, ανατρέποντας τα μέχρι τότε δεδομένα και σχεδιασμούς.
Ο Διοικητής αναφέρθηκε στην τελική πολιτική απόφαση του Eurogroup στις 25 Μαρτίου 2013, η οποία περιλάμβανε, τη λήψη μέτρων εξυγίανσης στις δύο μεγάλες τράπεζες, με βάση τις πρόνοιες του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων Νόμου, ο οποίος ψηφίστηκε από τη Βουλή στις 22 Μαρτίου 2013.
Μεταξύ των μέτρων, όπως είπε, ήταν η πώληση των ελληνικών εργασιών των κυπριακών τραπεζών, ο διαχωρισμός της Λαϊκής Τράπεζας σε «καλή» και «κακή» τράπεζα και τη συγχώνευση της «καλής» Λαϊκής με την Τράπεζα Κύπρου, καθώς και η αναγκαστική μετατροπή μέρους των ανασφάλιστων καταθέσεων της Τράπεζας Κύπρου σε μετοχές. «Τα μέτρα εξυγίανσης που έχουν ληφθεί στόχευαν στην αποφυγή χρεοκοπίας των τραπεζών και την ολική προστασία των ασφαλισμένων καταθέσεων μέχρι €100.000 καθώς και ορισμένων άλλων κατηγοριών ανασφάλιστων καταθέσεων π.χ. δήμους, κοινοτικά συμβούλια, γενική κυβέρνηση», είπε.
Ο κ. Δημητριάδης ανεγνώρισε ότι οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην Κύπρο είναι πρωτόγνωρες για οποιοδήποτε τραπεζικό σύστημα, και πως έχουν αναμφίβολα επηρεάσει σημαντικά τους ανασφάλιστους καταθέτες των τραπεζών, την πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα τον τομέα των διεθνών δραστηριοτήτων, σημειώνοντας πως η ΚΤΚ υλοποίησε τις αποφάσεις του Eurogroup με εύτακτο τρόπο και σε ασφυκτικά χρονικά περιθώρια.
Ο Διοικητής ανέφερε πως δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή για την Κεντρική Τράπεζα από το να συνεχίσει να εργάζεται στη βάση των πολιτικών αποφάσεων που λήφθηκαν στο Eurogroup, για την ολοκλήρωση της εφαρμογής των μέτρων εξυγίανσης, σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών, ούτως ώστε να επιτευχθεί η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος και να διασφαλιστεί η απαιτούμενη χρηματοοικονομική σταθερότητα το συντομότερο δυνατό.
Χαρακτήρισε ως ένα πολύ θετικό αποτέλεσμα της επικύρωσης του Μνημονίου Συναντίληψης την πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ για αποδοχή των ομολόγων της Κυπριακής Δημοκρατίας ως αποδεκτή εξασφάλιση για πράξεις νομισματικής πολιτικής.
Ο κ. Δημητριάδης είπε η σημερινή κατάσταση ήταν το αποτέλεσμα μιας σειράς χρόνιων λαθών και παραλείψεων, όπως ο υπερδιπλασιασμός του μεγέθους του τραπεζικού συστήματος κατά την περίοδο 2006-2011, η αλόγιστη επέκταση των τραπεζών στο εξωτερικό με τρόπο που δημιούργησε δυνητική υποχρέωση στο κράτος, οι τεράστιες επενδύσεις σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, οι χαλαρώσεις στη χορήγηση δανείων τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό.
Επίσης, προέβη στη διαπίστωση πως «αν η ΚΤΚ δεν στήριζε τις δύο μεγάλες τράπεζες με την αναγκαία ρευστότητα, τότε αυτές θα οδηγούνταν σε άτακτη χρεοκοπία και εκκαθάριση, ενεργοποιώντας άμεσα το Ταμείο Προστασίας Καταθέσεων, τα κεφάλαια του οποίου, όπως είναι γνωστό, δεν θα επαρκούσαν με αποτέλεσμα η υποχρέωση αποπληρωμής των ασφαλισμένων καταθέσεων να οδηγούσε το ίδιο το κυπριακό κράτος σε άτακτη χρεοκοπία με καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα μας, όπως έχω υποδείξει και στην αρχή της ομιλίας μου». Επισήμανε, παράλληλα, πως το ELA διαδραμάτισε (και συνεχίζει να διαδραματίζει) σταθεροποιητικό ρόλο, επιτρέποντας την εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων για το κυπριακό μνημόνιο.
Σε σχέση, τέλος, με τα οικονομικά αποτελέσματα για το 2012, σημείωσε ότι η ΚΤΚ, ενισχύοντας τον κρατικό προϋπολογισμό, έχει μεταφέρει ποσοστό 80% του καθαρού κέρδους της στη Δημοκρατία όπως καθορίζεται στους περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμους. Το ποσό το οποίο έχει ήδη μεταφερθεί στις 26 Μαρτίου 2013 στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας ανέρχεται σε €89 εκατ. από το συνολικό καθαρό κέρδος, σε σύγκριση με €13,2 εκατ. το 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου